-汉 语 漢 語.
-Ναι,
ναι… σε καταλαβαίνω… (;)
-华 语 華 語…
-Όχι…
μα τι λες; Είσαι σοβαρός τώρα;!
-23:50 中
文…;
-Τι ώρα
θα έρθεις;;;
-汉 语 23:40…!
-Είναι
η τρίτη φορά που μου το κάνεις αυτό! Καλά, να ξέρεις πως οι γυναίκες στήνουν κι
όχι οι άντρες! Μαλάκα, ε μαλάκα!!!
-…σσσντουπ!
(…έπεσε κάτω!)
Του
έκλεισε το τηλέφωνο στη μούρη και βγήκε έξαλλη από το δωμάτιο! Είχαν κανονίσει
να βρεθούν νωρίς αλλά… Δεν άντεχε άλλες δικαιολογίες. Ήταν 7 η ώρα το απόγευμα.
Τριανταμία Δεκεμβρίου του τρέχοντος σωτήριου έτους.
Δεν
μπορούσε να το πιστέψει πως τις τυχαίνουν όλο κάτι τέτοιοι μαλάκες,
συλλογιζόταν! Βρε που τους πάει και τους βρίσκει ήθελε να ήξερε; Μαλακομαγνήτη
είχε, δεν εξηγείται αλλιώς! Το μόνο καλό ήταν πως τους καταλάβαινε πια νωρίς
και δεν έχανε πλέον τον χρόνο της. Τον είχε “χάσει” μια φορά κι αυτό έφτανε,
κάτι που είχε σκεφτεί από παλιά, αναπόλησε.
Κατέβηκε
τις σκάλες και άνοιξε με δύναμη την πόρτα της κυρίας εισόδου.
Προσπάθησε
να ηρεμήσει και έκανε μια βόλτα στο χειμωνιάτικο αυτό σκηνικό, έτσι όπως ήταν
έτοιμη για να πάει να συναντήσει τον λεγάμενο. Είπε να το ρίξει λίγο έξω μόνη
της. Δεν φορούσε και κάτι το επίσημο ή το φανταχτερό. Όχι, της άρεσε να
ντύνεται απλά αλλά με γούστο, το δικό της γούστο. Αυτό που δεν ξεχνούσε να
φορέσει ποτέ ήταν ένα δαχτυλίδι και ένα κολιέ, και τα δύο ασημένια. Μια μάλλινη
μονόχρωμη μπλουζίτσα, ένα λίγο ξεβαμμένο τζινάκι και τις αγαπημένες μπότες της
και ήταν μια χαρά! Λίγη ιδέα από μακιγιάζ και έτοιμη. Είχε φορέσει και το παλτό
που της είχε πάρει η κολλητή της και ξεχύθηκε στους δρόμους με φόρα.
Έκανε
μια βόλτα στην αγαπημένη της συνοικία, κοιτούσε τα στολισμένα μαγαζιά,
χαζεύοντας χωρίς να θέλει να μπει μέσα. Προχώρησε λίγο πιο κάτω και
λιγουρεύτηκε μια ζεστή σοκολάτα κι αυτό το υπέροχο γλυκό που της εύφραινε το
λαιμό, το στόμα της, γεμίζοντας αρώματα τον ουρανίσκο και την γεύση της. Ναι
ξαναπήγε πάλι, δεύτερη φορά σήμερα, στο αγαπημένο της καφέ. Αυτό το γουστόζικο
που είχε ανακαλύψει τυχαία, εφτά τετράγωνα από το σπίτι της, σε μια παρόμοια
βόλτα. Είχε ξαναπάει το πρωί με την κολλητή της, γιατί εκείνη ήθελε να μιλήσει
πρώτα σ’ αυτήν για τις αποφάσεις της. Ένα μειδίαμα της ήρθε στο πρόσωπο όταν
την έφερε στο μυαλό της. Την αγαπούσε πολύ.
Τι
όμορφο που ήταν και τι ωραίο γούστο είχε ο ιδιοκτήτης! “Café aroma”. Μια ξύλινη σκαλιστή ζωγραφιστή
ταμπέλα καλωσόριζε τους πελάτες στην είσοδο.
Όλο από
ξύλο και πέτρα! Ένα παλιό πέτρινο αρχοντικό σπίτι, έκανε τα αποκαλυπτήρια γυμνώνοντας
τους τοίχους απ’ το σοβά! Αυτοί ήταν διακοσμημένοι με φωτογραφίες από παλιό
αγαπημένο σινεμά -ευρωπαϊκό κυρίως- της δεκαετίας του ’60 και του ’70, και από αμερικανούς
παλιούς τραγουδιστές των blues και της jazz κατά πρώτο
λόγο. Όλες οι φωτογραφίες ήταν ασπρόμαυρες και κατάλληλα, χαμηλά, φωτισμένες.
Ήρεμη
πια απολάμβανε τις γεύσεις και τα αρώματα, από το χέρι και το μεράκι του
ιδιοκτήτη. Καθόταν δίπλα στο τζάκι -που ακτινοβολούσε μια μαγική λάμψη
γεμίζοντας με περίεργες σκιές το χώρο- μιας και αυτή την ώρα δεν είχαν ακόμη
αρχίσει οι ορδές των βαρβάρων να κατακλύζουν κάθε άδειο μαγαζί στην περιοχή. Απέναντι
της ήταν η μπάρα, όλη από μασίφ ξύλο καρυδιάς και πάνω της, σε μια γωνίτσα,
ήταν στολισμένο ένα καράβι αντί για έλατο. Ο ιδιοκτήτης, που ήταν πολύ
ενδιαφέρον άνθρωπος, ήταν νησιώτης στην καταγωγή και πρώην ναυτικός στο
επάγγελμα. Αυτό το τελευταίο είχε δώσει μια νότα διαφορετική στο μαγαζί, πράγμα
που φαινόταν εξαρχής.
Άκουγε
την απαλή μουσικούλα, που συνήθως jazzόφερνε λιγάκι και οι σκέψεις της είχαν αδειάσει. Πως το
κατάφερνε αυτό το μαγικό δεν το ήξερε, απλά πιστά το ακολουθούσε.
Θυμήθηκε
απλά πράγματα: το εξοχικό της, που ήταν αγκαλιασμένο από αυτή την υπέροχη μυρουδιά
που τόσο αγαπούσε, από αυτή την έξοχη για τα μάτια της εναλλαγή των χρωμάτων
της «άλλης» κολλητής της, της θάλασσας -εκεί στο βάθος όλο παιχνίδια με τον
ουρανό έκανε κι όλο ένα γινόντουσαν. Το καθρέφτισμα των αστεριών και του
φεγγαριού στη βραδινή της γαλήνη, το λαμπύρισμα του ήλιου στα απαλά κύματα της.
Το τρεμούλιασμα καθώς έμπαινε στο νερό και της χάιδευε το σώμα. Είχε να πάει
καιρό μετά από τότε. Το έφερνε αυτό ασυναίσθητα, πάντα και πάντα, σαν καταφύγιο
στο μυαλό της. Σαν ένα απάγκιο, γαλήνιο μέρος που αγκυροβολούσε τις σκέψεις
της, μετά από τρικυμία. Μικρή ή μεγάλη.
Σηκώθηκε
με ένα χαμόγελο, όταν οι πρώτες νιφάδες χιονιού έπεφταν στην πόλη. Φόρεσε το
παλτουδάκι της, τα γαντάκια της και το κασκόλ της που αγκάλιασε ζεστά το λαιμό.
Καληνύχτισε
τον φιλικό χαμογελαστό μουσάτο ιδιοκτήτη ευχόμενη για το νέο έτος και περπάτησε
προς την έξοδο.
Θυμήθηκε
μια φράση, που την είχε ακούσει, διαβάσει, τραγουδήσει, πολλές φορές: «ότι δεν
με σκοτώνει, με κάνει πιο δυνατό». Άνοιξε την πόρτα και βγήκε έξω…
---
seizeTHEwinter… Επηρεασμένος από την ομορφιά του χειμώνα και τον ερχομό των Χριστουγέννων, έκανα μια «εορταστική» βόλτα στις μυρωδιές και στις γεύσεις. Κι όχι μόνο…
seizeTHEwinter… Επηρεασμένος από την ομορφιά του χειμώνα και τον ερχομό των Χριστουγέννων, έκανα μια «εορταστική» βόλτα στις μυρωδιές και στις γεύσεις. Κι όχι μόνο…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου